31.8.20

ΤΙ ΒΡΙΣΚΕΙΣ ΑΜΑ ΨΑΧΝΕΙΣ...





ΤΙ ΒΡΙΣΚΕΙΣ ΑΜΑ ΨΑΧΝΕΙΣ...

Τακτοποιώ -βδομάδες τώρα- τα πράγματά μου (βιβλία, σιντιά, ντιβιντιά - χάος!) και βρίσκω πράγματα που ήξερα ότι υπάρχουν, αλλά δεν ήξερα πού βρίσκονται. Σήμερα το πρωί, λοιπόν, ανακάλυψα και τούτο το χειρόγραφο / αντίγραφο: το "Μεσολλόγι"και το "Οροπέδιο" του Μιχάλη Κατσαρού αντιγεγραμμένα από εμένα. Είχα βρει στην πλουσιότατη Ρουμάνειο Βιβλιοθήκη των Μολάων αντίτυπα των βιβλίων αυτών. Αντέγραψα τα ποιήματα στο δεύτερο μισό του Σεπτέμβρη του 1976. Μόλις είχα δώσει εισαγωγικές εξετάσεις για το Πανεπιστήμιο, είχα γράψει καλά, ήμουν βέβαιος ότι θα περάσω στη Νομική Αθηνών. Είχα κατεβεί στους Μολάους, στον παππού και τη γιαγιά μου, για φθινοπωρινά μπάνια μέχρι να βγουν τα αποτελέσματα των εξετάσεων, στα μέσα Οκτωβρίου. Εκεί δανείστηκα βιβλία και τα διάβασα και κάποια από αυτά τα αντέγραψα. Συνήθως τα αντέγραφα σε σχολικά τετράδια. Τούτα εδώ αντιγράφτηκαν σε "κόλλες συμβολαιογράφου", από τη μπροστινή μεριά μόνο. Το 1988 χάρισα το χειρόγραφο στην Πολυξένη. Κάπου είχε "μπει", κάπου είχε "παραπέσει". Έκτοτε αγνοείτο η τύχη του. Βρέθηκε σήμερα. Και το χάρηκα πολύ. Τα "μαθητικά" καλλιγραφικά γράμματά μου του 1976, έχουν ήδη αλλάξει το 1988 - φαίνεται καθαρά!

ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Κυριακή μεσημέρι σήμαινε τότε ραδιοφωνική αναμετάδοση των αγώνων ποδοσφαίρου. Τα αποτελέσματα των εισαγωγικών εξετάσεων εκφωνήθηκαν (κατά το ειωθός) την τρίτη Κυριακή του Οκτώβρη του 1976 από το Δεύτερο Πρόγραμμα της ΕΡΤ. Τα ονόματα εκφωνούνταν δε κατά αλφαβητική σειρά. Όταν είχαν φτάσει στη Νομική Αθηνών και στο "Κα" η εκφωνήτρια έκανε ένα διάλειμμα, για να μας ενημερώσει ότι ο Ολυμπιακός νίκησε με 1-0 τον Πιερικό στην Κατερίνη "με τέρμα του Κρητικοπούλου" (επί λέξει). Σε ένα-δυό λεπτά είχα περάσει κι εγώ στη Νομιοκή Αθηνών. Διπλή η χαρά!

23.8.20

ΔΥΟ ΣΤΙΓΜΕΣ ΜΕ ΤΟΝ ΣΑΒΒΑ ΘΕΟΔΩΡΙΔΗ



ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΕΝΤΡΩΤΗΣ


ΔΥΟ ΣΤΙΓΜΕΣ ΜΕ ΤΟΝ ΣΑΒΒΑ ΘΕΟΔΩΡΙΔΗ

Σε τούτο το σύντομο κείμενο θα μιλήσω για την πρώτη και για την τελευταία φορά που συνάντησα προσωπικά τον αείμνηστο Σάββα Θεοδωρίδη. Τις δύο στιγμές τις χωρίζουν 18 χρόνια (1999 – 2017). Θα ήταν παράλογο να μην υπήρχε σύνδεσή τους με τον Ολυμπιακό. Υπήρχε μεν, αλλά ήταν έμμεση. Το βασικό στοιχείο που ενώνει τις δύο στιγμές είναι τα βιβλία και τα διαβάσματα.

Δεν είναι πολύ γνωστό, αλλά ο Θεοδωρίδης διέθετε πλουσιότατη και ενημερωμένη βιβλιοθήκη. Αγόραζε συστηματικά έργα λογοτεχνίας, ιστορίας και φιλοσοφίας. Ήταν τακτικός πελάτης του Βιβλιοπωλείου της Εστίας, στην οδό Σόλωνος, κοντά στη Νομική Σχολή. Τώρα πια δεν είναι εκεί, έχει μεταφερθεί στην οδό Διδότου. Ο Σάββας συνήθως πήγαινε τα Σάββατα, αρκεί να έπαιζε ο Θρύλος στην Αττική. Ανέκαθεν η Εστία ήταν πέρασμα και στέκι φιλαναγνωστών, λογοτεχνών και διανοουμένων. Είχε πάντοτε άριστα ενημερωμένους υπαλλήλους, οι περισσότεροι εκ των οποίων όμως ήσαν αντιολυμπιακοί. Ολυμπιακός ορκισμένος ήταν (και είναι) ο γλυκύτατος Γιάννης Παπασημάκης. Από τους αντιολυμπιακούς άλλοι τον πείραζαν τον Σάββα και άλλοι του επιτίθεντο κανονικά. Ο Σάββας, όντας πάντοτε ο σε όλους γνωστός Σάββας, με ευγένεια και αποφασιστικότητα τους αντιμετώπιζε.

Για πολλά χρόνια ζούσα μεταξύ Αθηνών και Κέρκυρας. Αθήνα, Πρώτες μέρες του Γενάρη του 1999. Είχα επισκεφθεί την Εστία με τον γιό μου Δημήτρη, ετών 8, για να αγοράσουμε  βιβλία – ο καθένας τα δικά του. Είχαμε φτάσει στο ταμείο, και περιμέναμε τον ταμία, τον βαμμένο πράσινο (αείμνηστον πια και αυτόν) Χρήστο Σταυρακόπουλο να τακτοποιήσει κάτι τιμολόγια. Στο ένα περίπου λεπτό που περιμέναμε, ήρθε από πίσω μας ο Σάββας Θεοδωρίδης φορτωμένος βιβλία. «Περάστε κ. Θεοδωρίδη», του είπα. Τον είχα ξαναδεί αρκετές φορές, αλλά τότε ήταν η πρώτη φορά που του μίλησα. «Όχι, όχι, θα τηρηθεί η σειρά», είπε. Μια-δυο κουβέντες ανταλλάξαμε ακόμα, δεν θυμάμαι τι. Οπότε ο Χρήστος, που είχε τελειώσει τη δουλειά του με τα τιμολόγια, σήκωσε το κεφάλι του και αναφώνησε: «Ωχ, πλάκωσε όλη η γαυρίλα». Κλείνω εγώ τότε το μάτι του Σάββα, και ο Σάββας ρωτάει τον γιό μου πρώτα το όνομά του και κατόπιν τι ομάδα είναι. Ο Δημήτρης του απάντησε θαρρετά και δυνατά; «Ολυμπιακός!»

Πέταξε από τη χαρά του ο Σάββας: «Μπράβο, Δημήτρη! Μπράβο!». Και συμπλήρωσε: «Αφού ο μπαμπάς σου με αφήνει να περάσω πρώτος, θα το κάνω». Είχα ήδη ακουμπήσει τα βιβλία που θα αγοράζαμε στον πάγκο. Ο Σάββας τότε παίρνει το πάνω-πάνω από τα βιβλία μας και το βάζει στα δικά του. Ήταν μια όμορφη έκδοση για παιδιά του κλασικού παραμυθιού του Άντερσεν «Τα καινούργια ρούχα του αυτοκράτορα». Δεν του είπα τίποτα. Και τι να του έλεγα; Αφού πλήρωσε με κάποια καθυστέρηση (απαντώντας με σθένος και αταραξία στις πράσινες αιτιάσεις και κλάψες του Χρήστου), γύρισε και έδωσε το παραμύθι του Άντερσεν στον Δημήτρη: «Δώρο από μένα», του είπε.

Κέρκυρα, 5 Απριλίου 2017. Είμαι ανάμεσα σε αυτούς που παρουσιάζουν το βιβλίο του φίλου μου του Νίκου Μαυρωνά «Θρύλε μου» (εκδόσεις ΑΛΔΕ), στην αίθουσα τελετών της Φιλαρμονικής Ένωσης «Καποδίστριας». Παρευρίσκεται ο Σάββας Θεοδωρίδης. Κοσμοσυρροή. Αδιαχώρητο. Συγκλονιστική ερυθρόλευκη βραδιά.

Η φιλαρμονική παιάνισε τον ύμνο του Θρύλου και έγινε χαμός, καθώς όλοι μαζί τον τραγουδήσαμε και τον ξανατραγουδήσαμε. Μετά το πέρας της εκδήλωσης, στο δείπνο προς τιμήν του Θεοδωρίδη, που κράτησε κοντά 4 ώρες, είχα την τύχη να μιλήσω αρκετά μαζί του. Θυμηθήκαμε κάποιους κοινούς γνωστούς, και του θύμισα τη γνωριμία μας στο Βιβλιοπωλείο της Εστίας. Τρόπος του λέγειν «του θύμισα». Τη θυμόταν από μόνος του. Η ακένωτη μνήμη του… Μιλήσαμε επίσης για σημαδιακά ματς τόσο της δικής του καριέρας, όσο και του Θρύλου. Παρέθετε ακριβέστατες λεπτομέρειες με τα απαραίτητα πραγματολογικά και στατιστικά στοιχεία. Και επειδή ήταν «λιγόφαγος» και δεν απασχολήθηκε σχεδόν καθόλου με το φαγητό, μας έλεγε συνέχεια και με μοναδική αφηγηματική ικανότητα ένα σωρό ιστορίες μέσα και έξω από τα γήπεδα. Μας είπε, επίσης, ότι ένιωθε πάντα την Κέρκυρα σαν άλλον Πειραιά και ότι χαιρόταν που υπάρχουν στο νησί μας άνθρωποι που ασχολούνται ενεργά με τον Ολυμπιακό και την ιστορία του.

 Όταν χαιρετηθήκαμε για το καληνύχτισμα, στις 2 μετά τα μεσάνυχτα, μας είπε δυο-τρεις φορές ότι αυτές οι συναντήσεις του δίνουν «ζωή». Και μάλλον τότε πρωτοκαταλάβαμε ότι «κάτι έτρεχε» με την υγεία του. Και πριν από την «καληνύχτα» είπε: «Όταν γράφετε βιβλία για τον Ολυμπιακό μας, να μου το λέτε, κι εγώ θα έρχομαι».

Αντίο, Θρύλε των γηπέδων, Σάββα Θεοδωρίδη! Αντίο, αξέχαστε σύγγαυρε!


(Δημοσιεύθηκε στον σημερινό "Κόκκινο Πρωταθλητή"). 

 

17.8.20

ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΑΒΒΑ ΘΕΟΔΩΡΙΔΗ



ΑΝΤΩΝΗΣ ΠΕΤΡΑΤΟΣ


ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΑΒΒΑ ΘΕΟΔΩΡΙΔΗ

Με το λευκό γάμμα των δοκών
αρχίζει το γειά χαρά.
Κι εσύ μπλοκάρισες
εκεί το χρόνο
με γυμνές παλάμες.
Δε φόρεσες γάντια ποτέ.
Ξέραν καλά τα χέρια σου
το κόκκινο της Κυριακής
και τη σκληρήν αφή της.
Κι αυτή τη δάφνη
ποιός την ξέχασε
γερμένη στα γκολπόστ…

ΑΝΤΙΟ ΣΤΟΝ ΣΑΒΒΑ ΘΕΟΔΩΡΙΔΗ


ΑΝΤΙΟ ΣΤΟΝ ΣΑΒΒΑ ΘΕΟΔΩΡΙΔΗ

Δεν θα σε ξεχάσουμε ποτέ σύγγαυρε Σάββα!
... με της δάφνης τα κλαριά...

13.8.20

ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΠΑΠΑΖΟΓΛΟΥ



ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΠΑΠΑΖΟΓΛΟΥ

Μέχρι τα 12 μου χρόνια ολόκληρο τον Αύγουστο παραθερίζαμε οικογενειακώς στο Τσιρίγο - έτσι λέμε εμείς οι Τσιριγώτες τα Κύθηρα. Από το χωρίον Φράτσια, στη μέση του νησιού, κατάγεται η οικογένειά μου.
Νερό απ' το πηγάδι, γάλα κατ' ευθείαν από τις ζούλες (τις κατσίκες), φως τα βράδια από τη λάμπα. Ωραία ήτανε. Κατά το ειωθός κατεβαίναμε κάθε Παρασκευή στη Χώρα, με τον "Καζαμία" (άλλη φορά περί αυτού). Πηγαίναμε για ψώνια, στο (ας πούμε) σούπερ μάρκετ του Άντζολου: καθόλου κακό κατάστημα, κάθε άλλο. Λειτουργούσε και ως πρακτορείο εφημερίδων. Δηλαδή το πλοίο (η περιώνυμη Μυριδιώτισσα) έφερνε μερικές εφημερίδες με καθυστέρηση μιας ή και δύο ημερών. Τις Παρασκευές αγοράζαμε τις εφημερίδες της Πέμπτης. Μπαγιάτικες δηλαδή... Το 1969 κατεβήκαμε Σάββατο, γιατί την Παρασκευή 15 ήταν της Παναγίας, και ο Καζαμίας εκτελούσε τη διαδρομή "Φράτσια - Μυρτίδια", καθότι γιόρταζε η Παναγία η Μυριδιώτισσα.
Η πιθανότητα να βρούμε εφημερίδα της Πέμπτης το Σάββατο ήταν σχεδόν μηδαμινή. Ο πατέρας μου διάβαζε τη Βραδυνή και το ΦΩΣ. Το ΦΩΣ στις 16 Αυγούστου δεν βρέθηκε. Ούτε η Βραδυνή. Υπήρχε ένα τελευταίο φύλλο της Ακροπόλεως. Το πήραμε και πήγαμε και κάτσαμε στο Μπελβεντέρε, χαζεύοντας το Καψάλι. Η συνήθεια το ήθελε να διαβάζω εγώ πρώτος την εφημερίδα, μόνο τα "αθλητικά". Τα άλλα μού ήσαν αδιάφορα.
Τα αθλητικά της Βραδυνής ήσαν πλούσια. Στης Ακρόπολης τ' αθλητικά, που ήσαν λιτά και ολίγιστα, διάβασα ότι "απεβίωσεν ο διεθνής ποδοσφαιριστής του Ολυμπιακού Αριστείδης Παπάζογλου". Με πιάσανε τα κλάματα, και δεν έλεγα να σταματήσω. Ο πατέρας μου προσπαθούσε να με παρηγορήσει ανεπιτυχώς. Μου έλεγε δυο κουβέντες, κι εγώ έκλαιγα περισσότερο. Μπορεί ο ήρωάς μου να ήταν ο Γιώργος Σιδέρης, αλλά θαύμαζα και τον Παπάζογλου - τον είχα δει, μάλιστα, να σκοράρει στο πρώτο παιχνίδι που είχα παρακολουθήσει τον Ολυμπιακό στο Καραϊσκάκη.
Για να με ηρεμήσει ο πατέρας μου με πήρε και με πήγε στο καφενείο του Δαπόντε, να πιούμε πορτοκαλάδα. Εκεί, σ' ένα τραπέζι βρήκαμε, τσαλακωμένο από τα πολλά χέρια που τό είχαν πιάσει, το φύλλο του ΦΩΤΟΣ της 14ης Αυγούστου, ημέρας Πέμπτης. Έγραφε για τον θάνατο και την κηδεία του Αριστείδη. Έπεσα με τα μούτρα στο διάβασμα. Είχα συγκλονιστεί.
Στην επιστροφή μας αργά το μεσημέρι στα Φράτσια, μόλις στρίβαμε στην Ξεροσοβάλα, για να μπούμε στο χωριό είπα του πατέρα μου: "Άμα πεθάνει, μπαμπά, κι ο Σιδέρης, χαθήκαμε"...