25.3.13

ΤΟ ΕΙΚΟΣΙΕΝΑ




ΡΩΜΟΣ ΦΙΛΥΡΑΣ


ΤΟ 21

Κειμήλιο κλήρας, καπνιστό μπαρούτι, καρυοφύλλι,
σπαθί της θήκης, απλωτό στη φέλπα, χιαστί,
οι πρόγονοι, όλοι, ορκίζονταν, φιλιόντουσαν στα χείλη,
απ’ το καλύβι, ανεβατοί, στον όρκο, κληρωτοί.

Το αρχοντικό το σπίτι σας, αγωνισταί και φίλοι
ήταν, μικρό, ένα δίπατο, που, κόνευαν, πιστοί,
κι’ οι γέροι, παλαιοί αρχηγοί, κι’ οι νέοι, κατά το δείλι,
και, που, για δώρα, τάλλαρα, σφάντζικες, οι μιστοί.

Εκεί, μια φούχτα γενεάς, λίγοι κι’ αντρειωμένοι,
είχαν σκεβρώσει, πέθαιναν, για τον Αγαρηνό,
το θέλημα, ήταν, θεϊκό, φάρα καταραμένη.

Μακρυά, να διώξουν, μπόσικους σφαγείς, απ’ το ναό,
κι’ ο ποιητής που γήτευε, τα πλήθη, ο ένθους Ρήγας,
περιφρονήθη, σαν Χριστός, απ’ τους φρουρούς της βίγλας.


     1-3-32


Από το βιβλίο: Ρώμος Φιλύρας, «Πορτραίτα και κειμήλια», Ανέκδοτα ποιήματα με τη φροντίδα του Ναπ[ολέοντος] Παπαγιωργίου, Κισσός, Αθήνα 1981, σελ. 47.

Δεν υπάρχουν σχόλια: