ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ
ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΣΟΛΩΜΟΝ
Τόσο σε νιώθω μέσα στην καρδιά μου,
που τώρα τρέμω μήπως και σε χάσω,
σ’ των στίχων μου τη γύμνια, ποιητά μου,
απ’ τα ζεστά μου στήθη αν σ’ ανεβάσω.
Βαθιά κ’ εσύ μέσα σ’ το νου κλεισμένη
έκρυβες την ιδέα, λάμψη θεία,
κ’ εκύτταζες με στίχους καμωμένη
για να της πλάσεις άξια κατοικία.
Γι’ αυτό σ’ των τραγουδιών σου το βιβλίο
σκόρπιοι, ριγμένοι σαν από την τύχη,
μισόπλαστοι, ένας ένας, δύο δύο,
μαζί αστράφτουν και σβήνουν τόσοι στίχοι!
Στίχοι σαν περιστέρια χωρίς ταίρι,
στίχοι, ταιράκια, μα χωρίς φωλιά,
στίχοι σα ρόδου φύλλα που τ’ αγέρι
τα σκόρπισε από την τριανταφυλλιά.
Μα μέσα σου εξύπναε ξαφνικά
η φαντασία, δύναμη γεμάτη,
κι ό,τι έχτιζες εσύ πονετικά,
τα γκρέμιζε σα χάρτινο παλάτι.
Γιατί για την ιδέα, λάμψη θεία,
δεν έφταναν των στίχων σου τα κάλλη
και ήταν η δική σου φαντασία
παράξενη, ανυπόταχτη, μεγάλη.
Σ’ της θάλασσας επάνω τα νερά
ένας τεχνίτης με μυαλό και γνώση
βαρύν αγώνα είχε μια φορά
παλάτι ξακουστό να θεμελιώσει.
Το ξακουστό παλάτι την ημέρα
σ’ τα κύματα χτιστό θαμποβολούσε,
μα όταν η νύχτ’ απλωνόταν εκεί πέρα,
νεράιδα πεισματάρα το χαλούσε.
Ενίκησ’ ως το τέλος ο τεχνίτης
κ’ ερρίζωσε το θαύμα του σ’ το κύμα…
- Εσύ πριν να νικήσεις την ορμή της,
Αχ! η νεράιδα σ’ έβαλε σ’ το μνήμα!
Από την ποιητική συλλογή «Τα τραγούδια της πατρίδας μου» (1886).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου