5.1.10
ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ ΤΟΥ ΚΕΒΕΔΟ
FRANCISCO DE QUEVEDO (1580-1645)
Ο ΠΟΙΗΤΗΣ ΣΤΗΡΙΖΟΜΕΝΟΣ ΣΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΟΥ ΧΕΙΜΩΝΑ ΦΑΝΤΑΖΕΤΑΙ ΠΩΣ Ο ΠΑΓΟΣ ΤΗΣ ΛΙΣΗΣ ΘΑ ΚΑΝΕΙ ΔΕΚΤΗ ΕΠΙ ΤΕΛΟΥΣ ΤΗ ΔΙΚΗ ΤΟΥ ΦΩΤΙΑ
Έτσι ως δαυλιά έγινε η βελανιδιά για τους χειμώνες
και πια έχει φίλους που δεν είχε, όταν είχε φύλλα...
κι έτσι ως του Ωρίωνος τα νέφη είν’ μέσα στη μαυρίλα
εκεί που (πιο παλιά) τα εβάφανε βιολέ ανεμώνες...
κι έτσι ως νωθρά ο Αρκτούρος ήλιο και οι Septemtriones
μας δίνουν λίγο, μα και μαραμένο εκεί που εκύλα
ο ποταμός νερά με μιά βαθιά αφρισμένη ασπρίλα
και γίναν πάγου φυλακές οι αστείρευτες πομόνες,
να!, σήμερα, που ψάχνουν όλοι ζεστασιά να σβήσει
το ψύχος του χειμώνα, εγώ, τυφλής αγάπης πιόνι,
που εμίσησε τον Έρωτα κι εξέχασε τη Λίσι,
στου στήθους της το κρύο κάλλος ακουμπώ τη μόνη
καρδιά μου δώρο, δίχως να νογώ αν θα το κρατήσει
να ζεσταθεί ή αν μείνει μόνη στο δικό της χιόνι.
Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου